My brainy
08 Σεπτεμβρίου 2022

Έκθεση Α' Γυμνασίου | Ενότητα 5η

brainy

Εκπαιδευτική Ομάδα

Β. ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ: Γνωρίζω τον μαγικό κόσμο του θεάτρου και του κινηματογράφου

αυλαία = 1. η μεγάλη βαριά κουρτίνα που χωρίζει τη σκηνή του θεάτρου από την αίθουσα των θεατών 2. (μτφ.) η αποκάλυψη, η αρχή ή το τέλος κατάστασης που την παρομοιάζουμε κάπως με θέατρο.
π.χ. Έπεσε η αυλαία αυτής της πολύκροτης δίκης για τους πραξικοπηματίες.

άρτος και θεάματα = πομπώδη θεάματα, συνήθως χαμηλής ποιότητας, που στοχεύουν στον εντυπωσιασμό των ανθρώπων.
π.χ. Οι πολιτικοί, προκειμένου να αποτρέψουν την προσοχή της κοινής γνώμης από την κακή κατάσταση των πραγμάτων της Πολιτείας, παρέχουν άρτο και θεάματα (εφήμερες απολαύσεις).

βεντέτα = 1. διάσημο πρόσωπο, κυρίως από τον χώρο του θεάματος 2. χαρακτηρισμός για κάποιον που συμπεριφέρεται εκκεντρικά και υπεροπτικά.
π.χ. Η Μελίνα Μερκούρη θεωρείται βεντέτα του κινηματογράφου. // Aπέκτησε κάποια φήμη λόγω του επαγγέλματός του και πιστεύει πως έγινε βεντέτα.

επικροτώ = επιδοκιμάζω = εγκρίνω ≠ αποδοκιμάζω = απορρίπτω
π.χ. Το κοινό επιδοκίμασε το πρωτότυπο σενάριο της παράστασης με ένα ζεστό, δυνατό χειροκρότημα.

θεατρίνος = 1. θετικός χαρακτηρισμός για πολύ καλό ηθοποιό. 2. (μτφ.) αυτός που προσποιείται, που υποκρίνεται.
π.χ. Mην πιστεύετε τις υποσχέσεις της, είναι μεγάλη θεατρίνα.

θεωρείο = υπερυψωμένος χώρος σε αίθουσα θεάτρου ή κινηματογράφου που είναι χωρισμένος σε διαμερίσματα με περιορισμένο αριθμό θέσεων το καθένα. Βρίσκεται στις πλευρές και στο πίσω μέρος της πλατείας, καθώς και στους εξώστες.
π.χ. Η τιμή του εισιτηρίου για το θεωρείο είναι υψηλότερη από αυτήν στις υπόλοιπες θέσεις.

εξώστης = 1. το μπαλκόνι, ιδίως δημόσιου κτηρίου 2. κατασκευή μέσα σε αίθουσα, ιδίως θεάτρου ή κινηματογράφου, η οποία βρίσκεται ψηλότερα από την πλατεία και απέναντι από τη σκηνή ή την οθόνη.
π.χ. Mίλησε στο λαό της πόλης από τον εξώστη του δημαρχείου.

πλατεία (θεάτρου) = ο μεγάλος χώρος μπροστά από τη σκηνή όπου βρίσκονται τα καθίσματα για τους θεατές.
π.χ. Η πλατεία του θεάτρου αποτελείται από ξεχωριστές σειρές αριθμισμένων καθισμάτων.

θίασος = ομάδα ηθοποιών που συνεργάζονται και ανεβάζουν μια θεατρική παράσταση.
π.χ. Περιοδεύοντες θίασοι δίνουν παραστάσεις σε επαρχιακές πόλεις.

παρασκήνιο = 1. ο χώρος στα πλάγια και πίσω από τη σκηνή του θεάτρου, που είναι αθέατος από το κοινό και εξυπηρετεί την είσοδο κι έξοδο των ηθοποιών στην και από την σκηνή. 2. κρυφές και ανεπίσημες διαδικασίες που συχνά προετοιμάζουν ή καθορίζουν κάποιο επίσημο, δημόσιο γεγονός.
π.χ. Επικρατούσε μεγάλη αναστάτωση και άγχος των ηθοποιών στα παρασκήνια μέχρι το τέλος της παράστασης.

προσκήνιο = 1. το τμήμα της σκηνής του νεότερου θεάτρου που βρίσκεται μπροστά από την αυλαία. 2. η επικαιρότητα.
π.χ. Στις αρχές του αιώνα εμφανίστηκαν στο προσκήνιο της Ιστορίας νέες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις.

σινεφίλ = ο λάτρης του κινηματογράφου
π.χ. Ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος έχει αρχίσει να αποκτά όλο και περισσότερους σινεφίλ στην Ελλάδα.

ρεπερτόριο = σύνολο δραματικών ή μουσικών έργων που παίχτηκαν ή που θα παιχτούν σε μια χρονική περίοδο, από ορισμένο θίασο ή καλλιτέχνη.
π.χ. Το ρεπερτόριο ενός ταλαντούχου ηθοποιού περιλαμβάνει θεατρικές παραστάσεις διαφορετικών θεατρικών ειδών, κυρίως τραγικές και κωμικές.

υπερθέαμα = φαντασμαγορικό θέαμα, κινηματογραφικό ή θεατρικό, με εξαιρετικά πλούσια σκηνικά, κουστούμια κτλ., το οποίο συνοδεύεται συνήθως από μουσική και χορό.
π.χ. Το μπαλέτο της Ρωσίας έδωσε ένα μοναδικό υπερθέαμα στο κοινό του, το οποίο και το καταχειροκρότησε.

υπερπαραγωγή = 1.παραγωγή ενός προϊόντος σε ποσότητες που ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες ή τη ζήτηση της αγοράς. 2. κινηματογραφικό έργο, παραγωγή που έχει κοστίσει πάρα πολλά χρήματα και συνήθως προσφέρει ένα φαντασμαγορικό θέαμα.
π.χ. Η νέα ταινία του Αμερικανού σκηνοθέτη αποτελεί μια υπερπαραγωγή ακριβοπληρωμένων ηθοποιών, σκηνικών και γυρισμάτων σε πολλές χώρες.

φαντασμαγορικός = (για θέαμα) που είναι εξαιρετικά εντυπωσιακός και θεαματικά ωραίος.
π.χ. Σπαταλήθηκε πολύ χρήμα σε φαντασμαγορικές τελετές χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.

πληθωρικό ταλέντο = άτομο με αυξημένα προσόντα, με έντονη προσωπικότητα που την εξωτερικεύει με εξίσου έντονο τρόπο (στην κοινωνική του παρουσία και συμπεριφορά).
π.χ. Αυτή η πρωτοεμφανιζόμενη ηθοποιός γεμίζει ευχάριστα τις οθόνες μας με το πληθωρικό της ταλέντο.

θέατρο σκιών = είδος θεάτρου στο οποίο χρησιμοποιούνται επίπεδες ξύλινες ή χάρτινες φιγούρες, τις οποίες κινούν πίσω από ένα πανί δεξιοτέχνες του είδους, ώστε οι θεατές να βλέπουν τις σκιές τους, ενώ ταυτόχρονα μιμούνται τις φωνές τους.
π.χ. Οι καλλιτέχνες του θεάτρου σκιών δεν κινούν μόνο τις φιγούρες, αλλά κάνουν πολλούς ρόλους μιμούμενοι διαφορετικές φωνές και πολύ συχνά τραγουδούν, πράγμα που κάνει αναγκαίο το να είναι πολυτάλαντοι για να αντεπεξέρχονται στις ανάγκες της παράστασης.